Πρόκειται για ένα ρεσιτάλ σκηνοθεσίας, μια επίδειξη δυνατοτήτων στο υπέρ-τεχνολογικό Χολυγουντ, ένα φιλμ που επί δυο και πλέον ώρες γκαζώνει υπό τους ήχους ποδοβολητών, πυροβολισμών αλλά και ...μηχανών και που έχει τόσα πραγματα-σκηνες-χρωματα να δεις που μοιάζει αδύνατο να τα προλάβεις όλα.
Τρεις πιστολάδες κυνηγούν ένα χάρτη στη Μαντζουρία του 1940 με φόντο την απελευθέρωση της Κορέας από τους Γιαπωνέζους, οι οποίοι τον θέλουν επίσης.
Ο Καλός (Jung Woo-sung) είναι ένας λιγομίλητος κυνηγός επικηρυγμένων που δε μιλάει πολύ αλλά χειρίζεται τη καραμπίνα σαν να είναι επέκταση των χεριών του.
Όπως άκουσα και στη συνέντευξη του σκηνοθέτη, τα γυρίσματα κράτησαν παραπάνω από ότι υπολόγιζαν, περίπου 9 μήνες, κι έτσι το κόστος ψιλοξεφυγε, παρότι όλες οι σκηνές γυρίστηκαν με τους ηθοποιούς και τους κασκαντέρ και με ελάχιστη βοήθεια από τη ψηφιακή τεχνολογία. Ειδικά σε κάποια πλάνα αυτό μοιάζει αδύνατο!
Η ταινία είναι απολαυστική. Αν εξαιρέσεις τη μεγάλη διάρκεια του (135’) και αν συμβιβαστείς στο ότι βλέπεις ένα γουέστερν με κορεατικές φάτσες και κορεατικο-γιαπωνέζικους διαλογους (αμερικανοτραφεις σινεφιλ σαν εμένα θα έχουν αυτή τη δυσκολία), είναι ένα σινεμά που παραδέχεσαι, που χαζεύεις, ακόμα κι αν κάτι δε σου αρέσει.
Η κάμερα είναι μέσα στο πιστολίδι, δίπλα από τους ηθοποιούς, τους οποίους προσπαθεί να μην αποχωριστεί ακόμα κι όταν αυτοί ...ίπτανται.
Προσέξτε το πλάνο με τον αετό στις γραμμές του τραίνου στην εναρκτήρια σκηνή. Νομίζω δεν έχω δει πιο εντυπωσιακό πλάνο, όσο απλό κι αν φαίνεται.
Η Seven Films το έφερε στις ελληνικές αίθουσες, και από τη Πέμπτη 11 Ιουνίου θα πρέπει όλοι να το δείτε.
Δείτε το trailer.